|
ο безденежный человек #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово безденежный человек? — αναπαραδιάρης как с (ново)греческого переводится слово αναπαραδιάρης? — безденежный человек — ατίμητος — μωαμεθανίδα — χαρτζιλικάκι — ατλάζι — γλυκοκοίμισμα — ιμάς — αναμίξ — επιτήδεια — τοστιέρα — ευδιάλυτος — αρχιψεύταρος — σελιδοδείκτης — πρόδρομος — αδρύς — λυσσιακό — κοντόχοντρος — φτάκοιλο — συκάμινο — ατείχιστος — ανεμοσάλεμα — λευτερώνομαι |
|||