|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово γλάκι? — — ειρηνοδικειακός — ρόδαξ — Αγαθόφυλλο — θρηνολογία — μεσημεριανός — άλα — κρεμάζω — παιδαγωγώ — εμψύχωση — βρέγμα — ξηροπήγαδο — αντιλάμπω — εντυπο — δρύφρακτο — λαγουτάρης — ξεκομμένα — χολοσκάζω — χοντροκοπανίζω — εκλεπτυσμένα — ενστάζω — μεταλλόχρους |
|||