Новогреческий словарь
γόνδολα
γόνδολα
η
гондола
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
гондола
? —
γόνδολα
как с
(ново)греческого
переводится слово
γόνδολα
? — гондола
#
(ново)греческий словарь
—
καζανοκέφαλος
—
γόνος
—
ελασματουργείον
—
αιμοποσία
—
χωματουργικός
—
χημειοτροπισμός
—
ηδονοθήρας
—
μπράτσο
—
νευροχειρουργός
—
απομωραίνω
—
αργός
—
αποχωρίζω
—
αποβοήθειο
—
ψεύδομαι
—
χαλκοπλάστης
—
ζαχαροδιαβήτης
—
δικάζω
—
τρωγάλια
—
νταλκαβούκης
—
αιθεροβάτης
—
αντίκρυ
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,