|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово χρονιάρης? — — εδαφολογία — κιτρινόμαυρος — οικονομάω — συμφωνητικός — ακατοίκητος — μπουλντόκ — ουραγία — νομισματολογικός — αμαχητί — πεταχτά — βαϊόκλαρο — πατσά — φαρμακεμπορείο — σαλεπιτζίδικο — ακροβατικό — λουστράρω — αβεβαιότητα — αχρειολογώ — λογούδικο — ηλοθήκη — αψυχία |
|||