Новогреческий словарь
καταπέτασμα
καταπέτασμα
το
занавес; ширма
;
===
έφαγε τό ~ — а) [phrase]он наелся до отвала;[/phrase] б) [phrase]он схватил большой кущ[/phrase]
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
занавес
? —
καταπέτασμα
как на
(ново)греческом
будет слово
ширма
? —
καταπέτασμα
как с
(ново)греческого
переводится слово
καταπέτασμα
? — занавес, ширма
#
(ново)греческий словарь
—
επικράτεια
—
τελειωμένος
—
φτιασιά
—
Μάριος
—
πολιτισμολογία
—
τειχίζω
—
συστέλλομαι
—
δεκατετραετής
—
κρατούμενο
—
ευχέλαιο
—
απότοκος
—
σύρτις
—
ακροβάτης
—
ξώδερμα
—
συμφωνημένος
—
μαυροφέρνω
—
μεταξάς
—
ενεστωτικός
—
κρασοκανάτα
—
πρωτεύουσα
—
κοίτομαι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве