διαδραστικός

формы словаβ
διαδραστικός



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово διαδραστικός? —


απάμπελογρηίστικοςπροϋπόθεσηδεινοπάθησιςζωογονώξαρμυρίζωκολλώφαλτσαστέκκαανεξαρτήτωςγαιοκτήμοναςκοινωνώψιχίονμάγευμαΦιλλανδόςθάλλωγαμιαίοςαναμέτρησηεξασθένησηκαθυστερώσχετικάβροντολαλώ




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit