|
η девяностолетняя старуха #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово девяностолетняя старуха? — ενενηντάρα как с (ново)греческого переводится слово ενενηντάρα? — девяностолетняя старуха — νάρδος — τριγωνομετρω — εγκλιμάτισμός — ψες — ενδεκαπλούς — σιδεροπρίονο — τσαμπούνισμα — χτές — τεχνοκρίτης — μεταμόρφωση — βραδυπαλμία — μαρμαράς — πόντισμα — επιτολή — ξομπλιάστρα — σκόρπισμα — ξύπνο — ασυμπεθέριαστος — τζαμαρία — κεπέγκι — παραμεθόριος |
|||