|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μισοσβήνω? — — αδιαβίβαστος — τριό — ηδύοσμος — ωόγολα — καρδίτιδα — εγκαρδκοτικός — αγαθά — μανίκωμα — στεγανός — βλογημένος — χιών — καμωματής — παρά — μοτός — νάρδον — τσαμπούνημα — λιβαδοπονία — ατάραχτος — φωνακλάδικος — μαυροκερασιά — καμπανίτσα |
|||