|
η мед. вазопатия #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово вазопатия? — αγγειοπάθεια как с (ново)греческого переводится слово αγγειοπάθεια? — вазопатия — αεριομηχανή — αλιπάστωση — βικίο — θειάφισμα — αντινομισμός — κλειδάριθμος — αρχοντικά — πρωτογενής — κοτώ — στιγματίζω — διθάλασσος — παρακλητικός — εκκλησιάρισσα — αλεξίφωτον — βίσεκτος — ανορθογραφώ — ταλκης — τρίκυκλο — ριξιά — αφθονώ — πυροβολικό |
|||