Новогреческий словарь
βλεφαρόσπασμος
βλεφαρόσπασμος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
βλεφαρόσπασμος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
πραγματογνωμοσύνη
—
ελκυθερωτικός
—
γαλακτοπαραγωγός
—
φιγουράρω
—
ξεπαντρεύω
—
παίχτης
—
δασολογία
—
φουρνέλλο
—
ανεπαίσχυντα
—
κομιτεία
—
αντιαισθητικός
—
αποκήρυξη
—
αιμολυτικός
—
υποφέρω
—
εξελκώ
—
παράλιος
—
απάνεμος
—
εξαμβλωματικός
—
αξυστος
—
λογοπαίγνιο
—
ακαπίστρωτος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве