|
рано #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово рано? — ανωρίς как с (ново)греческого переводится слово ανωρίς? — рано — σύξερος — αλφαδόπηχη — αιωνίως — εθελόντρια — βαστάγι — φιλοκυβερνητικός — αποδοχή — κηροπλαστείον — τρόχος — αντεπιστέλλον — μαλαφράντζα — πετρογονία — δημογέροντας — απομίμημα — ονηλάτης — βύζαμα — αντίδραση — καπιτάλι — νερουλιάρικος — γαλουρίζω — ευοδώνω |
|||