|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово παρετυμολογικά? — — βαμμένος — επιμελητήριο — αυτοτραυματίας — γούπα — νεοπλουτισμός — δριμύτητα — βομβακοειδής — καλλιέπεια — δίδαγμα — καγκελλόπορτα — εκατονταετηρίδα — ξεστούπωμα — ελκτικός — αναπότρεπτος — αβυσσώδης — ιμπεριαλιστικός — χόχλος — ακαπάρωτος — θλίψη — αμύγδαλο — ευτελώς |
|||