|
ο, η библиофил, книголюб #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово библиофил? — βιβλιόφιλος как на (ново)греческом будет слово книголюб? — βιβλιόφιλος как с (ново)греческого переводится слово βιβλιόφιλος? — библиофил, книголюб — σβουρίζω — ακροάζομαι — ιδιολατρεία — απονύχι — ανευλαβώς — απόσταν — κανονιοφόρος — επανασυνδέω — διαστασιοποιώ — αιγυπτιώτικος — γονάτιο — κογχικός — μπαμπακούλης — ξιδιάζω — ντόρτια — ανοργάνιστος — κοκκύτης — μισοχορτασμένος — ζητουλειά — λίχνισμα — σταφυλικός |
|||