Новогреческий словарь
τουλουμοτύρι
τουλουμοτύρι
το
бурдючный сыр
;
===
τόν έκανε ~ — [phrase]он его отдубасил[/phrase]
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
бурдючный сыр
? —
τουλουμοτύρι
как с
(ново)греческого
переводится слово
τουλουμοτύρι
? — бурдючный сыр
#
(ново)греческий словарь
—
μονόχνοτος
—
χρωννύω
—
αγωνοθέτης
—
ραφτικά
—
δεκατίζω
—
λιμάρισμα
—
πεντάχρονος
—
σφιχτοχέρης
—
πιατικό
—
φετιχιστικός
—
ωόν
—
βουτυροποιία
—
αόριστος
—
τυρόπιτα
—
ειδοποιητικός
—
γιδοπρόβατα
—
δυστυχώς
—
μεροφάγι
—
μπατιρίζω
—
συμπεθεριάσματα
—
χουρμάς
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω