|
η град; πέφτει (или ρίχνει) ~ — [phrase]идет град[/phrase]; #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово град? — χάλαζα как с (ново)греческого переводится слово χάλαζα? — град — μειοψηφικός — βρεττανικός — γωνιαίος — αλκοολικότητα — καφετιά — επικυρώνω — βιράρω — απαρταμέντο — κοτζαμπάσης — τσότρα — αποξέω — σπεύδω — σκωληκοτροφείο — αναμελιά — νυχτικό — εφησυχασμός — ανόρεξος — κυανόλευκος — κιθαρίστα — μετέωρο — αβανταδόρος |
|||