Новогреческий словарь
χάλαζα
χάλαζα
η
град
;
πέφτει (или ρίχνει) ~ — [phrase]идет град[/phrase]
;
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
град
? —
χάλαζα
как с
(ново)греческого
переводится слово
χάλαζα
? — град
#
(ново)греческий словарь
—
ρεζεδά
—
σοφία
—
αλατουργία
—
στειφτός
—
φαιός
—
δεκαεπταετία
—
μεταλλικότητα
—
στενοκαρδία
—
περιστρέφομαι
—
καγκελόφραχτος
—
σόϊ
—
κατακράτηση
—
παρίσταμαι
—
προσύμφωνο
—
ιχνεύω
—
πελαγοδρομώ
—
κυφός
—
παράσιτος
—
αποφλοιώνω
—
βία
—
εκτροπο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,