|
το гвоздь (тонкий) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово гвоздь? — βελονόκαρφο как с (ново)греческого переводится слово βελονόκαρφο? — гвоздь — αγουροξύπνητος — σπαραγγόσουπα — καλοταϊσμένος — προσφορά — πέος — θαμά — αποζημιώνομαι — περιστέλλομαι — λιμπίζομαι — δανειακός — κατάστρωση — γλαροπούλι — ταιριαχτός — θέαμα — χαρτοπολτός — αγαπώς — γαλακτοκομικός — γκαρίζω — βανδαλικός — φασικός — αυτοσυντηρούμαι |
|||