|
η фехтование #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово фехтование? — ξιφασκία как с (ново)греческого переводится слово ξιφασκία? — фехтование — εκσκαπτικός — ποιμνιοστάσιο — αρράϊστος — πεντακόσια — βάθητα — ασθμαίνω — βαρκός — αξυλοκόπητος — καίριος — έποψη — βροντή — μουγκρίζω — αλληλούια — κάλπισσα — καβγαδάκι — τοπιογράφος — πύρεξη — απογοητευτικός — κατασφάζω — αμαξοκαραγωγέας — ρεπορτάζ |
|||