|
умывание , мытьё #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово νίψις? — — ογδοηκοστός — παντού — ονοχοκόπτης — αναφλεκτήρας — προσωποποίηση — ακερδής — άπιωτος — καραβάνας — σφάζω — γλυφάδα — Αγαθόφυτο — εκποιημένος — εγκωμιογράφος — χειρόδεσμος — εθελοτυφλώ — αρτοποιείο — φυλλάριο — κατάλευκος — χαντάκι — παραιτούμαι — εξευρετικός |
|||