|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αντίζυγο? — — αγριοπόταμο — προκαταρκτικός — αμπελολεύκη — βαμβακοπαραγωγή — πόνος — εργοστάτης — δηλώ — χώση — κλινοθεραπεία — ανασκουμποχέρης — βροντολογώ — γλινιάρης — επέλαση — φωτοχρωμοτυπογραφία — ποντοπορία — μαγνητικός — ξαρμάτωτος — ξάνοιγμα — ταμπλό — χτυποβρόντημα — διαστροφή |
|||