|
το свиное сало #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово свиное сало? — γλινό как с (ново)греческого переводится слово γλινό? — свиное сало — κοσκινισμένος — αεριοποιούμαι — πατήρ — χορωδός — φυτοφαγικός — εξάχρονος — αγίνωτος — αβωλοκόπητος — παραταξιακά — επιστρόφια — αεροπειρατεία — μέρσιμος — ακρίβεια — άσωστος — αιτιοκρατία — προσφυγιά — αμπαρωμένος — αριωσύνη — ανθρωποκεντρισμός — ψεύδισμα — κατάκοπος |
|||