|
верша #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово верша? — κιούρτος как с (ново)греческого переводится слово κιούρτος? — верша — φύσιγγας — λαπάς — Ελλαδικός — εμβάζω — εξαωδία — ανταποκρίνομαι — μηλιγγόνι — πλαγκτονικός — συναισθηματισμός — φιλοκίνδυνος — δεινολογώ — ραβάνι — εξομολόγηση — λογαριθμος — σκυτοτόμος — πάντως — ρεβόλβερ — χλωρωτικός — μεταφέρνω — εκδικητής — ομολογητής |
|||