|
η доильный аппарат #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово доильный аппарат? — γαλαντλία как с (ново)греческого переводится слово γαλαντλία? — доильный аппарат — αμάχητο — βατραχόσουπα — συμβαδίζω — εξαγόμενο — αμέλημα — στυγνότητα — αξιοτίμητος — σκηνοφύλακας — κατεπείγων — γυναικών — αρνάδα — σινάφι — σέρνομαι — περιδιαβάζω — πολυγλωσσία — υποβλητός — υβριδικός — βαρκαρόλλα — αναγνώσιμος — ψιχαλιστός — στούπωμα |
|||