|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μονοπατάκι? — — ανακουνιέμαι — εξακοσιετηρίδα — νιός — διαβολόσπαρμα — επαλήθευση — εμπρέπει — αριδιάζω — εκφύω — χηνίσιος — άωτον — θηρευτική — φτυαράκι — ξανακεντάω — τιμαλφής — μπατσονόμος — εξαπλούς — μπέϊκα — αοριστία — παραδουλεύτρα — εξιδρωματικός — αρνόγουνα |
|||