|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово δωδεκάχρονος? — — μερμήγκι — ρυπαρογράφος — διμήνι — ακυρωσία — λιανικίός — διασκευάζω — εννεαμελής — τρελλάρα — μαξιλλάρωμα — βαλτζής — αναχορηγητής — πρυμνοδέτης — άγνεστος — πατριαρχικός — μύχιος — Ιαπετός — εμβολιάζω — κακομούτσουνος — πατίνι — αφοδράριστος — διμηνίτης |
|||