|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αδιαβροχοποιούμαι? — — γουρνωτός — Κωνσταντινούπολη — μορφή — δερματολόγος — εξολόθρεμα — εμπράγματος — δοκούν — όρυγμα — εριοπαραγωγός — επιμελητής — γεναριάτικα — φουρνίρισμα — προκαταβολικά — λεμονόφλουδο — αποκρέα — διάολος — κοπάζω — πορφυρίτης — παραγαμημένος — μαρκήσιος — βαθύπεδος |
|||