|
το хим. гелий #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово гелий? — ήλιον как с (ново)греческого переводится слово ήλιον? — гелий — ηλιοστάλακτος — γογγώ — διατείνουσα — συγύρισμα — απομιμητικός — αριστερόχειρ — σανιδοειδής — πτωχευτικός — εντατήρας — ουρανοβατώ — αυθαίρετος — ατομικίστρια — αποθεράπευση — βακχεύτρια — τσαπατσούλικα — στροβιλίζω — περίσφιγξις — ξαναμιλώ — απότολμος — περιπατήτρια — ξετυλίζομαι |
|||