|
онкологический #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово онкологический? — ογκολογικός как с (ново)греческого переводится слово ογκολογικός? — онкологический — ενανθράκωση — θυσανοσωρείτης — εκλεύκανση — τιμονάκι — υποστηρίζω — πισωκωλώνω — χειλάς — αόρατος — άποπτος — τρεμουλιάρικο — αγαθοφέρνω — μπιστεύομαι — καπνοφυτεία — χρηστικός — οινοπνευμάτωση — προφορικότητα — ασετυλίνη — καθέκλα — παρεπόμενος — ξαναρρωστώ — πλατοπρόσωπος |
|||