Новогреческий словарь
κλαψιάρης
κλαψιάρης
ο 1)
плакса
;
2)
нытик
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
плакса
? —
κλαψιάρης
как на
(ново)греческом
будет слово
нытик
? —
κλαψιάρης
как с
(ново)греческого
переводится слово
κλαψιάρης
? — плакса, нытик
#
(ново)греческий словарь
—
υπόψυχρος
—
περισσότερον
—
εκτρωματικός
—
πτυοσκαπάνη
—
ιστιοποιός
—
άρρυθμος
—
σταθμητός
—
γεντίτσι
—
πολυδύναμος
—
γιορτιαστικός
—
λεφτοκαριά
—
τροχοβίλα
—
αφροσύνη
—
πυροβολαρχία
—
μουλαριάρης
—
λειτούργημα
—
αντεπιστροφή
—
δεκαεπτάκις
—
χιονιάς
—
μεταξένιος
—
αποπίνω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,