|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αμαύλιστος? — — ένθρονος — γεύση — προσωποποίηση — ξυρός — αυτονομίστρια — μαρμάγκα — ρευματόμετρον — ανιόν — χιουμοριστικά — καπνεργάτισσα — αγκίδι — ομοφρονώ — μέτρια — παραβλάσταρο — μελανίνη — γλίνα — σκιά — ζιγγίβερι — υπνολαλίο — ανώφελος — θερμοκρασία |
|||