|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ταξάκι? — — αμελλητί — ατμολέβητας — σουβλί — σκόμβρος — απρόληπτος — σαγήνευμα — ερρηξα — τοπικισμός — πιρούνιασμα — βαρύτονος — βοτανολογία — χελώνιον — εκδηλώνω — κονταρόξυλο — καμακώνω — φυσικοθεραπεύτρια — ντζερεμές — εγκαθίσταμαι — αυτόχρημα — ασυναρτήτως — απολυτισμός |
|||