|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ωτοασπίδα? — — ζαίνω — βάθεμα — χωροχρόνος — ανθόπλεκτος — ξεχαρβάλωμα — εκχωμάτωση — παραμακρύνω — μυοπαγίς — ατεμάχιστος — εαρινός — γινατώνω — παρεκτός — αγροίκία — γεράζω — διάπλεος — στερεοχημεία — υδροτουρμπίνα — κατοικία — ανακρεμώ — σάβανο — μονωδία |
|||