|
το мор. минный тральщик #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово минный тральщик? — ναρκαλιευτικόν как с (ново)греческого переводится слово ναρκαλιευτικόν? — минный тральщик — ουρανικός — παιδοχειρουργική — Αθηνά — διάνθισμο — αναθυμιέμαι — ζωή — ταγάρι — διάσφιγξη — εκπωμαστήρας — γλυκοσφίγγω — μετωνυμικός — επιπλήττω — υπογραμμισμός — αθυρματοπωλείο — ακροκέραμος — βουβάλι — βαλίτσα — φιστικής — σηματοδοσία — γλύπτης — παστίς |
|||