|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αναδομώ? — — χορτοφαγία — σπλάχνο — Ολλανδή — υπερτίμηση — αβούρτσιστος — ροφητός — μαγγανίζω — δίστιγμο — μειονέκτημα — αποκαρδίωση — παλαβός — αβαρέλιαστος — χοχλάκισμα — καταρρακώνω — συννυφάδα — σεισμολογία — σαγματοποιός — αποφοιτήριο — μονοτύπης — χτισμένος — ανέχεια |
|||