|
ο деление надвое, пополам #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово деление надвое? — δυασμός как на (ново)греческом будет слово пополам? — δυασμός как с (ново)греческого переводится слово δυασμός? — деление надвое, пополам — γλυκοθώρητος — πρότυπο — αυτοματιστής — γιδήσιος — ψαλιδισμένος — ευθυμογραφία — αλκαλιμετρία — κατήχηση — στεριανός — αστραποβόλημα — αράχνη — ασύνετος — μαγιόλικα — απαρόρμητος — γλιστερός — μηδενικούρα — αζεμάτιστος — ζωογένεια — αγριόγατα — ζητιάνα — συγγένισσα |
|||