|
1) непроданный; 2) непродажный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово непроданный? — αναγόραστος как на (ново)греческом будет слово непродажный? — αναγόραστος как с (ново)греческого переводится слово αναγόραστος? — непроданный, непродажный — εξάρθρωση — γνωμικός — κακοφανισμένος — λοφίσκος — παιδεία — ρόπαλο — αποφολίδωση — χακί — σκήτη — κλωσσάω — δείλιασμα — απονεκρωτικός — πρόπισσα — βύζαρος — υπερκειμενικός — δυσκινησία — ανθόφυτος — συνόρευση — αφωταγώγητος — γριγρί — εντολοδότης |
|||