ασυμπεθέριαστ|ος

формы словаβ
ασυμπεθέριαστ|ος
не породнившийся (по браку)



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово не породнившийся? — ασυμπεθέριαστος
как с (ново)греческого переводится слово ασυμπεθέριαστος? — не породнившийся


ανάφραντοςδογκιχωτικόςπουκαμισούγογγολογώπρωταρχίζωμπάλλαυπομονήμεσόφραγμαμπανιάρομαιαριφνημόςαραβιστίπροοπτικόςαυλητήςπαλάβραςδιμεταλλισμόςασταμάτητοςποικιλοχρωμίαπελιδνόςκεραυνοβόλαεπιβραβευτικόςολισθητήρας




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit