Новогреческий словарь
μονόχρονος
μονόχρονος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
μονόχρονος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αθαυματούργητος
—
λέπαδνον
—
δεκαπενταετία
—
ακτοπλοώ
—
εξέλιξη
—
ακαλοκάμωτος
—
άλυτος
—
παρενθέτω
—
ξεσκούφωμα
—
παρατηράω
—
καθαρό
—
χονδρύνο
—
πετροκέρασο
—
τοπείο
—
εξοπλισμός
—
φλεβίζω
—
σίτινος
—
καλπονόθεψη
—
διανεύω
—
σαυράκι
—
βραδυκίνητος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве