|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μεγιστοποιούμαι? — — κλωνάρι — κλειδοφύλαξ — ακροβατικό — αιγόκλημα — μισοανοίγω — ματαιοδοξία — αποξυλιάζω — έμμουσος — διαπνοϊκός — γουρουνομαθημενος — ενδοκάρδιο — μυθιστοριογραφώ — αρκουδεύω — κύκνος — αντιλήπτωρας — καλούπωμα — ευαισθησία — πελεκάνος — θεσιθηρώ — επίμεμπτος — αναρμοδιότητα |
|||