|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово δραχμοβίωτος? — — χαμαίφυτο — γελοιογραφώ — αριστερός — φυσικοθεραπεύτρια — αμίαντος — ασφαλτόπλινθος — κουτσοφλέβαρος — προμισθώνω — νικημένος — ογκωνούμαι — υπνοφαντασία — γέλασμα — κρυσταλλογόνος — δογκιχωτικός — υδρολύω — αλοιδόρητος — αθάνατοι — ανασκουμποχέρης — εκνιτρώ — αζύγιαχτος — αναρροφητήρας |
|||