Новогреческий словарь
ιερακιδέας
ιερακιδέας
(-έως) ο
соколёнок
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
соколёнок
? —
ιερακιδέας
как с
(ново)греческого
переводится слово
ιερακιδέας
? — соколёнок
#
(ново)греческий словарь
—
αφιλαυτία
—
ρεμπούμπλικο
—
αρριβίστρια
—
χαρεμλίκι
—
καθιστός
—
υδροστάσιον
—
λαδύς
—
χόχλος
—
έγχυση
—
δυσκολία
—
ασπρογάλανος
—
ανασαιμιά
—
παρέαση
—
πονάω
—
πεισμώνω
—
ημιμελία
—
δικαιοδοτώ
—
ψυχοτρώγω
—
τράκας
—
αγόμωτος
—
αρφάδι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω