Новогреческий словарь
εκπνευστικός
εκπνευστικός
выдыхательный, экспираторный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
выдыхательный
? —
εκπνευστικός
как на
(ново)греческом
будет слово
экспираторный
? —
εκπνευστικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
εκπνευστικός
? — выдыхательный, экспираторный
#
(ново)греческий словарь
—
ριζοβολάω
—
ασπαραγγιά
—
κυβερνητικός
—
φυσιοκρατικός
—
υδροβιότοπος
—
μεφιτικός
—
πρασινίλα
—
αποκουμπίζω
—
ρωδιά
—
κακκάβι
—
αναθεώρηση
—
αποδείχνω
—
αργοκερήθρα
—
τετρακύλινδρος
—
εκσφενδονίζω
—
αρχοντοκόρη
—
παντογράφος
—
προσφυής
—
αντιπαλαίω
—
εύσχημος
—
υποψιαστικός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω