|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ὁπτῶ? — — σβηστός — απόπατος — κρεβατοκάμαρα — ζυμογόνο — αχτίδα — θρύψις — συμπέθερος — ανισόμετρος — καρεκλίτσα — μπιζού — γκρενά — λογοπαίγνιο — υγροτροπισμός — κοινό — αποφούρνισμα — χειμαδιό — αρχισυντάκτης — ατάραχτος — ξεροψήνομαι — ακουαρελίστας — μπλάβος |
|||