|
пролетарский; ~ διεθνισμός — пролетарский интернационализм; ~ή επανάσταση — пролетарская революция #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово пролетарский? — προλεταριακός как с (ново)греческого переводится слово προλεταριακός? — пролетарский — σκοντάπτω — εκλέγεσθαι — τορπιλλοπλάνο — εκτύλωση — τουρκόφωνος — σγουροκέφαλος — μπαλαούρος — διακοσαριά — φευκτός — ανωδυνία — αρπάχνω — φιλελεύθερος — αντίμαχος — κόπρισμα — αλογία — γαλακτικός — ορατός — καρδιεκτασία — αλκαλικός — γατιές — μεσημβρινοδυτικός |
|||