|
η сноха #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сноха? — νυφοθυγατέρα как с (ново)греческого переводится слово νυφοθυγατέρα? — сноха — καμπάνα — λοταριτζής — χαμηλόφωνος — ψιττακίαση — φορτώνομαι — υπήρξα — πρωτύρικος — αλατοειδής — σφυροπέλεκυς — τυχόν — πιεσμένος — αποδόσιμος — μπολσεβίκα — θρήσκος — μοναρχικός — αποφύλλωση — μπασκετμπολίστας — φιγουρατζίδικο — ορθολογικά — ευαρεστούμαι — αλισφακιά |
|||