|
ο землемер #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово землемер? — χωρομέτρης как с (ново)греческого переводится слово χωρομέτρης? — землемер — ιππευτικός — νεραντζέα — στερεά — αλατουργείο — τρικάταρτος — αργιλικός — φόρτιση — ξυλοπόδαρο — διανάττω — βλαστολόγημα — νηπιάζω — κατάκαρδα — επέρρωσα — αυτοδικώ — αδιασάλευτος — λυγηρός — υποψιάζομαι — λιβάδι — φαλαινοθηρία — περιπάθεια — ξεχωρίζω |
|||