|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово δελφινοκόριτσο? — — μετάλλευση — τετυφωμένος — ανεξάντλητα — φαεινή — ιησουίτης — βουδδιστής — βαριοκέφαλος — καρδάρα — αποστομώνω — διαπόρθμευση — μπάνιο — παρομοίως — γλιτζερός — κατώφλιον — ζητιάνος — εξετάστρια — εσκεμμένως — πριμάτος — λεμονέα — ανευλαβώς — κουβαλάς |
|||