|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πλύντρια? — — συνέβγαλμα — εθνοφυλακή — αρχικλέφτρα — ποταμόχωστος — ακαβούρντιστος — κρυστάλλινος — Ρωμιός — ικτερικός — αρμονικός — ναρκωτισμός — ευτυχία — Κρασομηνάς — θεμέλιο — όροφος — πουτανίστικος — αναζήτηση — τρύπα — οστριασορόκος — αποσκιερός — βρόγχίον — περατάρης |
|||