|
ο большой палец #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово большой палец? — δάχτυλας как с (ново)греческого переводится слово δάχτυλας? — большой палец — εξελιξικρατία — καραβοτσακίζομαι — κλητήρας — ξάδερφος — μοντερνιστικά — διαβολοσκόρπισμα — ξεκοντακιάζω — εξαλβανισμός — οβιδοφόριο — μετάσταση — εξωκυτταρικός — αναδειγμένος — σαρκοφαγία — αποθησαυριστέος — μουστάκα — μουζίκος — ποδοκύλισμα — υδάτινος — προδιαθέτω — υδρασκός — παπαγαλίστικος |
|||