|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово συνύφανση? — — αταλος — κουτσαβάκικος — μαργιόλος — χρονικογράφος — ζεσίγονος — άγγελοθωρω — βαλκανολόγος — άσκαυλος — αρμάτωμα — κατοπτεύω — ακατάταχτος — έντασις — ανεχίτωμα — καρδιορραγία — ελαφίσιος — σταύλισμα — δακτυλιοποιός — αναχαίτιση — ρωμαντζ — αλανιάζω — υποδικία |
|||