|
распространять слухи; #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово распространять слухи? — φημολογώ как с (ново)греческого переводится слово φημολογώ? — распространять слухи — ναυτόπαις — αμπελοτόπι — πολυγωνικός — προγυμνάζομαι — ενδοφλέβια — κλεψιμιό — λογχόφυλλος — ιθαγενής — μολυβδίαση — φαρμακοτεχνική — φιλοπρωτία — θρύος — ζωηρότητα — μαγιό — εξαιρεμένος — αφρισμός — φεύγας — ναυτομεσίτης — σύνδεσμος — σκούφος — μουντζουρώνω |
|||